Η ιστορία των λουτρών
Τα λουτρά είναι υπόθεση πολύ παλιά. Απ’ τα πανάρχαια χρόνια, πολλοί λαοί, όπως αποκάλυψαν διάφορες ανασκαφές, είχαν αναπτυγμένη την αίσθηση της καθαριότητας. Ιδιαίτερα οι άρχοντες φρόντιζαν να έχουν στα σπίτια τους λουτρώνες και να πλένονται με επιμέλεια και άνεση. Στην Κρήτη, μάλιστα, στα παλάτια της Κνωσού, ανακαλύφθηκαν πήλινα μπάνια, που χρησιμοποιούνταν γύρω στα 2.000 χρόνια προ Χριστού και μοιάζουν με τα δικά μας. Ανάλογα βρέθηκαν και στις Μυκήνες και στη Θήρα, αν κι από τότε εκεί το νερό ήταν λίγο.
Μα πέρα από τα ιδιωτικά λουτρά, υπήρχαν στην αρχαιότητα και τα δημόσια. Κι ήταν ονομαστά της Αιγύπτου, με τις πολύπλοκες υδραυλικές εγκαταστάσεις, που τροφοδοτούσαν άφθονο νερό από τον ποταμό Νείλο. Αλλά και στον ρωμαϊκό κόσμο, δεν υπήρχε πόλη που να μην είχε πολυτελή λουτρά, που συχνά αποτελούσαν και κέντρα πολιτικών και κοσμικών συναθροίσεων.
Στην Πομπηία, που θάφτηκε κάτω από τη λάβα του Βεζούβιου κι ήταν μια μικρή σχετικά επαρχιακή πόλη, υπήρχαν τρία δημόσια λουτρά με θερμαντικές εγκαταστάσεις, πολυτελή αποδυτήρια και θαλάμους για ατμόλουτρα. Η διαδικασία που ακολουθούσαν οι λουόμενοι, θύμιζε πιο πολύ ιερή λειτουργία παρά εκτέλεση μιας υγιεινής ανάγκης. Καθένας που πήγαινε, άφηνε κάπου τη χλαμύδα του για φύλαγμα κι έμπαινε πρώτα στο «φριγιδάριο», όπου έκανε ένα πρόχειρο «ντους», για να του φύγουν οι ιδρώτες και η σκόνη του δρόμου.
Μετά περνούσε στους θερμούς θαλάμους του «τεπιδάριου», όπου κολυμπούσε σε μια μεγάλη στέρνα με χλιαρό νερό και τέλος στο «καλδάριο», μια αίθουσα με καυτούς ατμούς που έμοιαζε πολύ με τα γνωστά χαμάμ.
Εκεί ξάπλωνε πάνω σε πεντακάθαρες μαρμάρινες πλάκες, ώσπου να ξαναϊδρώσει και τότε πλενόταν πάλι κι έκανε, αν ήθελε, μασάζ από ειδικευμένους υπαλλήλους.
Δυστυχώς, στο μεσαίωνα, η πολυτέλεια των ρωμαϊκών λουτρών που συχνά συγκαταλέγονταν ανάμεσα στα επιβλητικότερα κτίρια των μεγαλουπόλεων, θεωρήθηκε κατάλοιπο ειδωλολατρίας. Τα λουτρά, όπου υπήρχαν, ήταν κατασκευασμένα από ξύλινες καλύβες κι ο κόσμος προτιμούσε να πλένεται στα ποτάμια και στις λίμνες. Κάστρα ολόκληρα και πύργοι, όπου έμεναν ποιητικοί ιππότες και ευγενικές αρχοντοπούλες, στερούνταν εντελώς από εγκαταστάσεις καθαριότητας. Οι Σλάβοι, ωστόσο, διατηρούσαν την παλιά συνήθεια ατμόλουτρων.
Όπως αναφέρει ένας χρονικογράφος του 13ουαιώνα, δεν είχαν δημόσια λουτρά ρωμαϊκού τύπου, αλλά έφτιαχναν καλύβες, άναβαν φωτιά από βρύα και πάνω τους έβαζαν μεγάλες πέτρες. Όταν λοιπόν οι πέτρες αυτές πυρακτώνονταν, έχυναν πάνω τους νερό, η καλύβα γέμιζε ατμούς και μέσα σ’ αυτή την αποπνιχτική ατμόσφαιρα οι λουόμενοι χτύπαγαν το σώμα τους με δέσμες κλαδιών, ώσπου κοκκίνιζαν σαν αστακοί!
Μόνο στην Αναγέννηση άρχισε πάλι στην Ευρώπη να αποδίδεται σημασία στη σωματική καθαριότητα.
Και να που φτάσαμε στο θέμα των θαλάσσιων μπάνιων. Μολονότι ήταν στην ελληνική αρχαιότητα ένα λαμπρό άθλημα, που έδειχνε όλη την έμφυτη αγάπη της φυλής μας για τη θάλασσα, γνώρισαν κι αυτά σκληρό διωγμό στο μεσαίωνα. Αιτία ήταν η ανισορροπία της ηθικής, που δεν επέτρεπε τότε σε κανένα να εμφανιστεί με τολμηρή περιβολή μπροστά σε άλλους για να κολυμπήσει.
Μόλις το 1860 βρέθηκε μια θαρραλέα γυναίκα, που ζήτησε να δροσιστεί στην αύρα της θάλασσας. Το γεγονός αυτό έμεινε ιστορικό κι αναστάτωσε όλη την Ευρώπη, γιατί θεωρήθηκε αρχή ενός μεγάλου κοινωνικού κακού.
Κι όσο για την εκκεντρική αυτή γυναίκα που τόλμησε να κολυμπήσει στην ακρογιαλιά της Διέππης, ήταν μια μεγάλη αριστοκράτισσα, η δούκισσα του Μπερύ. Κι η καημένη, για να μη σκανδαλίσει, ούτε που γδύθηκε καθόλου. Έπεσε με τα ρούχα στη θάλασσα. Μα το αστείο δεν ήταν μόνο αυτό. Θέλοντας να την τιμήσει και για τον τίτλο και για την τόλμη της, τη συνόδευε μέσα στο νερό ο δήμαρχος της Διέππης, κρατώντας με αβρότητα το χέρι της, σα να την τραβούσε σε επίσημο χορό. Κι όπως διαβάζουμε σε ένα χιουμοριστικό χρονογράφημα, φορούσε κι αυτός επίσημο ένδυμα, δηλαδή σακάκι, ψηλό καπέλο κι άσπρα γάντια!
Το σκάνδαλο της δούκισσας αυτής έσπευσαν να το ακολουθήσουν κι άλλες Γαλλίδες. Και γρήγορα η «πλαζ» της Διέππης έγινε της μόδας κι όλη η αριστοκρατία του Παρισιού μαζευόταν εκεί για να κάνει τα μπάνια της. Ο πάγος του φόβου είχε πια σπάσει. Αλλά όχι ακόμη πέρα για πέρα. Και δεν επιτρεπόταν άνδρες και γυναίκες να κολυμπούν στο ίδιο μέρος. Υπήρχαν χωριστές αμμουδιές για κάθε φύλλο.
Οι γυναίκες κολυμπούσαν με κάτι που δεν άφηναν κανένα μέρος του σώματος ακάλυπτο. Ένα φαρδύ παντελόνι έφτανε σουρωτό ως κάτω από τα γόνατα κι από πάνω μακριά πουκαμίσα με μανίκια κάλυπτε ως το λαιμό και τα χέρια. Προσθέστε σκούρες κάλτσες και καπέλο ταφταδένιο στο κεφάλι, για να έχετε πλήρη εικόνα της τολμηρής γυναίκας που κολύμπαγε την εποχή εκείνη!
Αντωνιάδου Αναστασία, Τοπούζη Δέσποινα
Τσιτλακίδου Αλεξάνδρα