Ιστορίες και θρύλοι
Το τοπωνύμιο της Κόνιτσας
Ο ιστοριογράφος Π. Αραβαντινός θεωρεί ότι προήλθε από παραφθορά της ονομασίας Κνωσσός (Κνωσσός - Κονισσός - Κόνισσα - Κόνιτσα) αρχαίας πόλης της Ηπείρου που τοποθετείται στην θέση που τώρα είναι χτισμένη η Κόνιτσα. Για το όνομα της αρχαίας πόλης η έρευνα δεν έχει ακόμη καταλήξει. Ανασκαφές όμως έδειξαν ότι η αρχαία πόλη που μαρτυρείται είναι υπαρκτή και μάλιστα αποτέλεσε σημαντική δύναμη κατά την αρχαιότητα. Ο περιηγητής Πουκεβίλ θεωρεί ότι το όνομα «Κόνιτσα» έχει σλαβική προέλευση από τη λέξη «κόνιτζα», που σημαίνει τόπος τον αλόγων. Ένας μύθος ακόμη θέλει τον άρχοντα Κόνι να έχει δώσει το όνομα του στην περιοχή. Λέγεται μάλιστα ότι έχτισε και το κάστρο, τα ερείπια του οποίου βρίσκονται πάνω από το εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας. Αξιοθέατα της Κόνιτσας: Η μονή Στομίου στη χαράδρα του Αώου Ο ναός των Αγ. Αποστόλων του 17ου αιώνα Το παρεκκλήσι Νεομάρτυρος Γεωργίου (έχει 120 εικόνες αγιογράφων από τους Χιονάδες) Το λαογραφικό μουσείο Η βιβλιοθήκη Η Αναγνωστοπούλειος γεωργική σχολή
Ο Ντουραχάν Πασάς και η παγωμένη λίμνη
Το 1434 δηλαδή 4 χρόνια μετά την οριστική υποταγή των Ιωαννίνων στους Τούρκους(1430) ο Ντουραχάν πασάς, Μπέης της Ρούμελης, διέσχισε χειμώνα την Πίνδο προερχόμενος από τη Θεσσαλία, για να καταστείλει μια τοπική ανταρσία στην Ήπειρο, και έφτασε στις ανατολικές όχθες της λίμνης. O Ντουραχάν πασάς, χωρίς να αντιληφθεί ότι βρισκόταν στη λίμνη που είχε παγώσει και είχε καλυφθεί, φαίνεται, από το χιόνι, διάβηκε με όλο το στρατό του τη λίμνη και διαπεραιώθηκε στην απέναντι όχθη. Όταν πληροφορήθηκε τον κίνδυνο που διέτρεξε, απέδωσε τη σωτηρία του σε κάποιο εικονοστάσι της Παναγίας που βρισκόταν στο σημείο απ' όπου διαπεραιώθηκε και από ευγνωμοσύνη ίδρυσε στη θέση εκείνη την ομώνυμη Μονή, την Παναγία ΝΤΟΥΡΑΧΑΝΗ.
Ο θρύλος της Κυρά –Φροσύνης
Ας δούμε τη θρυλική μορφή της ωραίας "αμαρτωλής" Γιαννιώτισας, καθώς συνδέεται η γοητευτική μορφή της με το Κάστρο και τη λίμνη. Μάλιστα η λίμνη στο στόμα του λαού ονομάζεται λίμνη της κυρα-Φροσύνης. Η Φροσύνη, ανηψιά του Δεσπότη Γαβριήλ Γκάγκα, ήταν γυναίκα του Γιαννιώτη μεγαλέμπορα Δημήτρη Βασιλείου. Πλούσια, όμορφη, χειραφετημένη γυναίκα της μεγαλοαστικής ζωής, κρατούσε ανοιχτό σαλόνι στα Γιάννινα. Ανάμεσα στους θαυμαστές της και ο γιος του Αλή πασά, ο Μουχτάρ. Την αγάπησε παράφορα και γρήγορα έγινε ερωμένη του. Μια μέρα κάποιος χρυσοχόος έδωσε προς πώληση στα χαρέμια της αυλής ένα αδαμαντοκόλλητο δαχτυλίδι βαρύτιμο. Το δαχτυλίδι έφτασε στα χέρια της ζηλότυπης γυναίκας του Μουχτάρ, που αναγνώρισε το δικό της δαχτυλίδι, που το είχε δωρίσει στο σύζυγό της τη μέρα των γάμων τους. Τα πειστήρια της συζυγικής απιστίας ήταν πρόδηλα. Η απατημένη σύζυγος κατέφυγε στον πεθερό της ζητώντας ικανοποίηση. Και ένα βράδυ του 1801 με προσταγή του Αλή, Τούρκοι αστυνόμοι όρμισαν στα Γιαννιώτικα σπίτια και άρπαξαν 17 γυναίκες, μαζί και την κυρά-Φροσύνη και τις έριξαν στις φυλακές του Κάστρου. Και μια νύχτα τις κατέβασαν από τη σκάλα του βράχου του Ασλάν τζαμιού κάτω στη λίμνη, τις έβαλαν στη βάρκα, τις έκλεισαν σε δερμάτινα σακιά με βαριά λιθάρια και τις έπνιξαν στα νερά. Σε μια-δυο μέρες το κορμί της κυρά-Φροσύνης ανέβηκε από το βυθό στην άκρη της λίμνης, ανάμεσα σε Στρούνι και Πέραμα.Τότε συγγενείς και φίλοι, χωρίς πομπές και τελετουργίες έθαψαν το σώμα της στην απόμερη εκκλησιά των Αγίων Αναργύρων στο Στρούνι(Αμφιθέα.)
Το γεφύρι της Άρτας
Οι ιστορίες γύρω από το γεφύρι πολλές... Πως ο έμπορος Γιάννης Θειακογιάννης βρήκε σε κιούπια με λάδι που αγόρασε από αγαρηνούς πειρατές χρυσάφι και με αυτό αποφάσισε να «χτίσει γιοφύρι», τάμα πολυέξοδο και πολυσήμαντο για τους ηπειρώτες ευεργέτες, πως ο Πρωτομάστορας στέριωσε την γυναίκα του στα θεμέλια του γιοφυριού, πως οι βιολιτζήδες και οι νταουλιέρηδες σταματούσαν τους χαρούμενους ρυθμούς όταν περνούσαν τις καμάρες του, από τον φόβο μην οργιστεί η στοιχειωμένη και ρίξει το γιοφύρι.
Το γνωστό δημοτικό τραγούδι «της Άρτας το γεφύρι», που υπήρξε πρότυπο για παραλλαγές σε όλη τη Βαλκανική χερσόνησο, αναφέρει σχετικά σε στίχο του: «Αν δε στοιχειώσετε άνθρωπο, γεφύρι δεν στεριώνει». Η λαϊκή παράδοση από τους αρχαίους χρόνους απαιτεί θυσία στα θεμέλια των δύσκολων έργων, με κορύφωμα την ανθρωποθυσία, όπως στη γέφυρα της Άρτας.
Η δημιουργία της Ρόδου
Πολλοί μύθοι έχουν συνδεθεί με τη δημιουργία της Ρόδου. Σύμφωνα με τον Πίνδαρο, όταν ο Δίας επικράτησε των Γιγάντων, αποφάσισε να μοιράσει τη γη στους Ολύμπιους Θεούς. Ο Ήλιος όμως, έλειπε από τη μοιρασιά κι έμεινε χωρίς γη. Ο Δίας για να μην τον αδικήσει είπε να ξανακάνουν τη μοιρασιά αλλά ο Ήλιος τότε είπε πως η γη που θα αναδύονταν από τη θάλασσα όταν θα ανατέλλει το επόμενο πρωϊνό θα γινόταν δική του. Έτσι αναδύθηκε ένα πανέμορφο και καταπράσινο νησί, η Ρόδος. Ο Ήλιος συνεπαρμένος από την ομορφιά της την έλουσε με τις ακτίνες του. Από τότε η Ρόδος είναι το νησί του Ήλιου, το πιο φωτεινό και λαμπερό. Ένας άλλος μύθος αναφέρει ότι η Ρόδος ήταν νύμφη, κόρη του Ποσειδώνα, και γυναίκα του Ήλιου
"Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;"
Σύμφωνα με το θρύλο, η αδερφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Θεσσαλονίκη, μεταμορφώθηκε σε γοργόνα μετά το θάνατό του.
Ζούσε στα νερά του Αιγαίου και όταν συναντούσε κάποιο ναύτη, τον ρωτούσε μόνο μία ερώτηση: "Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;". Στην ερώτηση αυτή, η σωστή απάντηση ήταν: "Ζει και βασιλεύει".
Οποιαδήποτε άλλη απάντηση προκαλούσε την οργή της και σήμαινε θάνατο για όσους βρίσκονταν πάνω στο καράβι.