top of page

Ακρόπολη

Νότια Κλιτύς της Ακρόπολης

 

Υπήρξε το πνευματικό κέντρο της αρχαίας Αθήνας. Το πρώτο πανελλήνιο αλλά και παγκόσμιο πρότυπο για την πολεοδομική σύνθεση σε ενιαία συγκροτήματα χώρων τέχνης και εκδηλώσεων.

Θέατρο Διονύσου: Το λίκνο της τραγικής ποίησης, το πρώτο θέατρο του δυτικού κόσμου που δημιουργείται μέσα στο ιερό τέμενος του Διονύσου. Περί το 540 π.Χ. κτίζεται ο αρχαϊκός ναός που φιλοξενεί το ξόανο του θεού. Τον 4ο αι. π.Χ. υψώνεται ο κλασικός ναός του Διονύσου και φιλοτεχνείται το χρυσελεφάντινο άγαλμα του από τον Αλκαμένη.

Στο τέλος του 6ου αι. π.Χ. διαμορφώνεται το θέατρο γύρω από την πρωταρχική κυκλική ορχήστρα που προϋπήρχε και διακρίνεται (ελάχιστα σήμερα) ανάμεσα στα ερείπια της σκηνής. Στο θέατρο αυτό πρωτοπαρουσιάσθηκαν έργα του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Ευριπίδη και του Αριστοφάνη που ακόμη εμπνέουν τον κόσμο.

 

Το 333 π.Χ. ο πολιτικός και ρήτορας Λυκούργος κτίζει τις πέτρινες κερκίδες. Το θέατρο έχει χωρητικότητα 17.000 θεατών και όταν γέμιζε ο περίγυρος μπορούσε να χωρέσει μέχρι 30.000 θεατές. Ο αρχαίος Περίπατος χώριζε το θέατρο σε δύο μέρη ("θέατρον" και "επιθέατρο"). Στην εποχή του Νέρωνα (67 μ.Χ.) σκηνή και ορχήστρα παίρνουν τη ρωμαϊκή μορφή που διατηρείται ως σήμερα. Τον 3ο αι. μ.Χ. κτίζεται το "λογείον" ("βήμα του Φαίδρου").

Ανατολικά του Διονυσιακού θεάτρου υπήρχε το περίφημο Ωδείον Περικλέους, σε ερειπιώδη κατάσταση σήμερα. Κτίστηκε τον 5ο αι. π.Χ. με τους ιστούς των περσικών πλοίων (λάφυρα από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 480 π.Χ.) και χρησίμευε για τις μουσικές ακροάσεις των Αθηναίων. Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο, το Ωδείο κάηκε στον πόλεμο με τον Μιθριδάτη (κατά την εισβολή του Ρωμαίου στρατηγού Σύλλα, 86 π.Χ.) και μετά ανοικοδομήθηκε από τον βασιλέα της Καππαδοκίας, Αριοβαρζάνη.

 

Επάνω από το θέατρο δέσποζε το Χορηγικό Μνημείο του Θρασύλλου (319 π.Χ.). Στα χριστιανικά χρόνια μετατρέπεται σε εκκλησία της Παναγίας της Χρυσοσπηλιώτισσας. Ψηλότερα του μνημείου σώζονται δύο κορινθιακοί κίονες-βάσεις χορηγικών τριπόδων των ρωμαϊκών χρόνων.

Δυτικά του θεάτρου βρίσκονται τα απομεινάρια του αρχαίου Ασκληπιείου. Το ιερό του θεού της ιατρικής, του Ασκληπιού, ιδρύθηκε το 420 π.Χ. Λειτούργησε ως ιερό, ιατρείο-θεραπευτήριο και σχολή ιατρικής.

Μεταξύ Ασκληπιείου και Ηρωδείου υπήρχαν και άλλα, ερειπωμένα σήμερα μνημεία, όπως ο τάφος του Ιππολύτου, η αρχαϊκή κρήνη και τα ιερά της Γης Κουροτρόφου, της Δήμητρας-Χλόης και της Πανδήμου Αφροδίτης.

Ακριβώς κάτω από το Ασκληπιείο και τον Περίπατο σώζονται κατάλοιπα της Στοάς του Ευμένους, που λειτούργησε για την εξυπηρέτηση των θεατών του Διονυσιακού Θεάτρου και αργότερα του Ωδείου. Το μεγάλου μήκος διώροφο κτίριο οικοδομήθηκε με δωρεά του βασιλέα της Περγάμου Ευμένη Β' (197-160 π.Χ.).

 

Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού: βρίσκεται δίπλα στη Στοά του Ευμένους και μολονότι κτίζεται περίπου τέσσερις αιώνες αργότερα, στα 160/1 μ.Χ. από τον Ηρώδη τον Αττικού στη μνήμη της συζύγου του Ρηγίλλης, δένει αρμονικά με τη Στοά. Ήταν μνημειώδες και πολυτελέστατο και καλυπτόταν με στέγη από ξύλο κέδρου. Πυρπολήθηκε από τους Ερούλους το 267 μ.Χ. Κατά την περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας, ενσωματώθηκε μαζί με τη Στοά του Ευμένους στο τείχος του Χασεκή (1778) και αποτέλεσε τον απόρθητο Σερπεντζέ. Το Ωδείο, χωρητικότητας 5.000 θεατών, φιλοξενεί σήμερα μουσικές και θεατρικές παραστάσεις.

Ακρόπολη: Ο Ιερός Βράχος Των Αθηναίων

 

Προπύλαια: Η επιβλητική είσοδος, κτισμένη μεταξύ 437-432 π.Χ. σε σχέδια του αρχιτέκτονα Μνησικλή, πάνω σε αρχαιότερα πρόπυλα, αποτελεί ένα από τα αριστουργήματα της κλασικής αρχιτεκτονικής. Ο Μνησικλής έδωσε στην είσοδο μεγαλοπρέπεια ανάλογη με αυτή των ναών και των ιερών που βρίσκονταν πάνω στον Ιερό Βράχο. Περιλαμβάνουν έναν κεντρικό χώρο και δύο πτέρυγες. Η βόρεια πτέρυγα ονομαζόταν Πινακοθήκη γιατί είχε χρησιμοποιηθεί για την έκθεση έργων ζωγραφικής. Ο δωρικός ρυθμός επικρατεί στους εξωτερικούς κίονες -ανατολικά και δυτικά- ενώ, εσωτερικά η είσοδος πλαισιώνεται με δύο ψηλές ιωνικές κιονοστοιχίες. Ο ευφυής συνδυασμός δωρικού και ιωνικού ρυθμού από τον Μνησικλή προκαλεί ανάταση και υψηλή αισθητική συγκίνηση στους εισερχόμενους.

 

Τον 12ο αι. τα Προπύλαια γίνονται κατοικία του Μητροπολίτη Μιχαήλ Χωνιάτη. Κατά τη Φραγκοκρατία, αποκτούν όροφο και λειτουργούν ως ανάκτορο των φράγκων ηγεμόνων. Ο ψηλός φράγκικος πύργος που κτίστηκε για επιτήρηση κατεδαφίστηκε το 1874.

Nαός Αθηνάς Νίκης: Μικρός, κομψός ιωνικός, αμφιπρόστυλος ναός που κτίζει ο αρχιτέκτων Καλλικράτης γύρω στα 426-421 π.Χ., πάνω σε πύργο του μυκηναϊκού τείχους. Είναι αφιερωμένος στην πολιούχο θεά Αθηνά και συνάμα στην προϊστορική θεά Νίκη, προστάτιδα της εισόδου. Το 1686 είχε κατεδαφιστεί από τους Οθωμανούς εν όψει της αναμενόμενης ενετικής επίθεσης και συναρμολογήθηκε μετά το 1835. Η καλύτερη θέαση του ναού είναι από τα Προπύλαια.

Ιερό Βραυρωνίας Αρτέμιδος: Βρισκόταν νοτιανατολικά των Προπυλαίων, σχημάτιζε στοά σε σχήμα Π με δέκα δωρικούς κίονες. Εδώ λατρευόταν η θεά Άρτεμις. Πρόκειται για λατρεία εισηγμένη από τη Βραυρώνα, τόπο καταγωγής του Πεισίστρατου, στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. Σήμερα σώζονται ίχνη των θεμελίων.

 

Χαλκοθήκη: Ανατολικά του Ιερού της Βραυρωνίας Αρτέμιδος σώζονται τα θεμέλια ενός επιμήκους κτιρίου του 5ου αι. π.Χ., που πιστεύεται ότι ήταν η Χαλκοθήκη και χρησίμευε για τη φύλαξη κυρίως μεταλλικών πολυτίμων αφιερωμάτων.

Ερέχθειο: Δεσπόζει στη βόρεια πλευρά του Ιερού Βράχου. Ναός περίτεχνος, πολυσήμαντος και πολυσύνθετος στην κατασκευή του. Η ανέγερση του ιωνικού αυτού ναού ξεκινά γύρω στα 421 π.Χ.

 

Ο μυθικός βασιλιάς Ερεχθέας, που έδωσε το όνομά του στον ναό, ταυτίστηκε με τον χθόνιο δαίμονα Εριχθόνιο και αργότερα με τον Ποσειδώνα. Πρωταγωνιστικό ρόλο ανάμεσα στις άλλες θεότητες του Ερεχθείου έπαιξαν η Αθηνά και ο Ποσειδώνας. Στον ίδιο χώρο λατρεύτηκαν ο Ήφαιστος, πατέρας του Εριχθονίου και ο Βούτις, αδελφός του Ερεχθέα, χθόνιες θεότητες.

Εδώ βρίσκονταν και τα σημάδια των θεών, το φρεατόσχημο άνοιγμα με το θαλασσινό νερό που πρόσφερε ο Ποσειδώνας και το άνοιγμα που προκάλεσε η τρίαινα του θεού στην οροφή της βόρειας στοάς. Στο Ερέχθειο φυλασσόταν το αρχαίο ξόανο της Αθηνάς, ενώ η ιερή ελιά της βρισκόταν στη δυτική πλευρά.

 

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η βόρεια στοά με τη μεγαλειώδη πύλη και γενικά με τον απαράμιλλο ιωνικό διάκοσμο, από τη βάση των κιόνων ως την οροφή. Στην ανατολική πλευρά υπάρχει μια επιβλητική σειρά έξι ιωνικών κιόνων και αέτωμα.

Στη νότια πλευρά του ναού βρίσκεται η πρόσταση των Κορών (τα πρωτότυπα βρίσκονται στο Μουσείο Ακρόπολης). Οι έξι Κόρες που στηρίζουν τον θριγκό αποτελούν αιώνιο σύμβολο της γυναικείας αισθητικής τελειότητας και θυμίζουν πομπή τελετουργική. Όλες τους έχουν την περίσσια χάρη και την αιθέρια λυρικότητα της γλυπτικής του "πλούσιου ρυθμού" του τελευταίου τέταρτου του 5ου αι. π.Χ. Τις Κόρες αυτές του Ερεχθείου αργότερα τις ονόμασαν "Καρυάτιδες". Επικρατεί η άποψη ότι οι Κόρες ταυτίστηκαν με τις νεαρές Καρυάτιδες, που χόρευαν με καλάθια στο κεφάλι σε τελετουργίες προς τιμήν της Καρυάτιδος Αρτέμιδος.

Μάλλον κατά την επιδρομή του Σύλλα (86 π.Χ.), το Ερέχθειο υπέστη σοβαρές απώλειες από καταστρεπτική πυρκαγιά. Αργότερα, στον 7ο αι. μ.Χ., μετατράπηκε σε τρίκλιτη βασιλική, αφιερωμένη στην Παναγία. Κατά τη Φραγκοκρατία έγινε διοικητήριο και στην περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας έγινε χαρέμι! Στις αρχές του 19ου αι. λεηλατείται από τους ανθρώπους του λόρδου Έλγιν. H αναστήλωση του μνημείου τιμήθηκε με ειδικό μετάλλιο από την Europa Nostra, το 1987.

 

Στη δυτική πλευρά του Ερεχθείου βρισκόταν το Πανδρόσειο αφιερωμένο στη θυγατέρα του Κέκροπα, Πάνδροσο.

"Αρχαίος νεώς": Μπροστά από την πρόσταση των Κορών, ανάμεσα στο Ερέχθειο και τον Παρθενώνα διακρίνονται τα απομεινάρια αρχαϊκού ναού, του 6ου αι. π.Χ., αφιερωμένου στην Πολιάδα Αθηνά. Οι πληροφορίες που αφορούν το ναό είναι ασαφείς και τα αρχαιολογικά ευρήματα πενιχρά. Ίσως ο ναός προϋπήρχε στον ίδιο χώρο ήδη από τα γεωμετρικά χρόνια και μάλιστα στην ίδια θέση που βρισκόταν το ανάκτορο της Mυκηναϊκής Eποχής. Κατά πάσα πιθανότητα, σ' αυτόν τον ναό (525 π.Χ.), ανήκουν τα αετωματικά γλυπτά της Γιγαντομαχίας που βρίσκονται στο Μουσείο Ακρόπολης.

 

Πολύ κοντά στα προηγούμενα μνημεία υπήρχαν το Αρρηφόριο, ο βωμός της Αθηνάς, η επιγραφή της γης και ακολουθούσαν το ιερό του Διός Πολιέως και ο ναός Ρώμης και Αυγούστου (μετά το 27 π.Χ.).

Παρθενώνας: "Δημόσιο ανάθημα", αφιέρωμα των Αθηναίων στην Πολιούχο Παρθένο Αθηνά, για τη σωτηρία της πόλης και τις αθηναϊκές νίκες κατά τα Περσικά. Ανήκει στο μεγάλο οικοδομικό πρόγραμμα του Περικλή και εκφράζει το μεγαλείο του αθηναϊκού λαού στη μέγιστη του ακμή. Κτίστηκε στο διάστημα 447-438 π.Χ.

 

Είναι ο μεγαλύτερος ναός της κλασικής αρχαιότητας, περίπτερος με 8 x 17 κίονες, η κορύφωση του δωρικού ρυθμού, όπου όμως, συνυπάρχει το ιωνικό στοιχείο της ζωφόρου με τους δωρικούς κίονες. Η αναλογία 4 προς 9 επαναλαμβάνεται σε διάφορα μέρη του ναού.

Οι κίονες στο ανάπτυγμά τους παρουσιάζουν μείωση και ένταση. Μείωση είναι η ελάττωση της διαμέτρου του κίονα από κάτω προς τα πάνω. Αντίθετα, ένταση είναι η διόγκωση που παρατηρείται σε κάθε κίονα στα 2/5 περίπου του ύψους του, όπου ο κίονας εντείνει τη δύναμή του για να κρατήσει το βάρος του θριγκού. Με αυτά τα αρχιτεκτονικά εφευρήματα οι μεγάλοι δημιουργοί έδωσαν πνοή και κίνηση στο μάρμαρο, δείχνοντας τη δύναμη που αντιστέκεται στο βάρος.

Επίσης οι αρχαίοι Έλληνες είχαν διαπιστώσει πως η ευθεία γραμμή κάτω από την επίδραση του φωτός δίνει την εντύπωση της καθοδικής καμπύλης. Ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης για να αποφύγουν το φαινόμενο της οφθαλμαπάτης, έφτιαξαν όλες τις οριζόντιες γραμμές του Παρθενώνα με ελαφρά ανοδική καμπύλωση στο κέντρο. Η καμπύλωση αυτή κυμαίνεται από 6-17 εκατοστά (στις μακριές πλευρές). Σημειωτέον ότι η καμπύλωση ξεκινά από τη θεμελίωση του ναού και συνεχίζεται στην κρηπίδα, τον θριγκό, τις οροφές, τη στέγη και την κεράμωση.

Πάνω στις οριζόντιες, ελαφρώς καμπυλομένες γραμμές, πατούν οι κίονες με τον θριγκό τους που έχουν ελαφρά κλίση προς το εσωτερικό του ναού και συγκρατούν το κτίριο. Οι γωνιαίοι κίονες συμμετέχουν στην κλίση και των δύο πλευρών. Επομένως, οι αντίρροπες δυνάμεις τιθασεύονται με τις αντίθετες τάσεις και επιτυγχάνεται η τέλεια ισορροπία και συμμετρία του Παρθενώνα. Με αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, οι καμπυλώσεις και οι αποκλίσεις, που αποκαλούμε, γενικά, "εκλεπτύνσεις", υπηρετούν την αισθητική λειτουργία του μνημείου.

 

Στο εσωτερικό του ναού βρισκόταν το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς φιλοτεχνημένο από τον Φειδία, που δυστυχώς έχει χαθεί. Η πολιούχος θεά απεικονιζόταν πάνοπλη αλλά και ειρηνική, υπεργήινη αλλά και ανθρώπινη.

Οι μετόπες απεικονίζουν στην ανατολική πλευρά Γιγαντομαχία, στη νότια Κενταυρομαχία, στη δυτική Αμαζονομαχία και στη βόρεια την άλωση της Τροίας. Το ανατολικό αέτωμα, είναι το αρχαιότερο και παρουσιάζει τη γέννηση της Αθηνάς. Οι κεντρικές μορφές χάθηκαν στα πρώτα χριστιανικά χρόνια. Στο δυτικό αέτωμα του Παρθενώνος, που είναι από τεχνική άποψη πιο προχωρημένο, παρουσιάζεται ο μύθος της έριδος Ποσειδώνα και Αθηνάς. Οι θαυμάσιες κεντρικές μορφές, θρυμματίστηκαν στην προσπάθεια του Ενετού Μοροζίνι να τις αποσπάσει από τον Παρθενώνα, για να τις μεταφέρει στη Βενετία. Τα καλύτερα διατηρημένα κομμάτια των αετωμάτων κοσμούν σήμερα το Βρετανικό Μουσείο. Θραύσματα κι ένα μοναδικό σύμπλεγμα (πιθανώς του Κέκροπα και της Πανδρόσου) βρίσκονται στο Μουσείο της Ακρόπολης. Τα αετωματικά γλυπτά ήταν ολόγλυφα και από τα ωραιότερα έργα που έφτιαξε ποτέ ανθρώπινο χέρι.

 

Εξωτερικά, ο τοίχος του σηκού ήταν διακοσμημένος με την ασυναγώνιστη ιωνική ζωφόρο, που παρουσιάζει τη μεγαλειώδη πομπή των Παναθηναίων. Θνητοί και αθάνατοι, μορφές εξιδανικευμένες, πορεύονται πεζοί ή έφιπποι, πλέκουν το εγκώμιο της πόλης και υμνούν τη δημοκρατική Αθήνα. Η παρθενώνια ζωφόρος αποτελεί σταθμό στην ιστορία της τέχνης και του ανθρώπινου πολιτισμού.

Κατά την Ύστατη Aρχαιότητα ο Παρθενώνας πυρπολείται, μάλλον από τους Ερούλους (267 μ.Χ.). Τον 6ο αι. μετατρέπεται σε χριστιανική εκκλησία. Στη διάρκεια της Φραγκοκρατίας (1205-1456) λειτουργεί ως καθολική εκκλησία της Παναγίας και εν συνεχεία ως την ανατίναξη του από τον Μοροζίνι (1687) ως τζαμί. Στις αρχές του 19ου απογυμνώνεται από τον Άγγλο διπλωμάτη Έλγιν. Η αναστήλωση του Παρθενώνα που έχει ξεκινήσει από τη δεκαετία του 1980 γίνεται σύμφωνα με τις πιο υψηλές προδιαγραφές που αρμόζουν σε ένα μοναδικό μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς.

 

Περίπατος: Η ονομασία αυτή καθιερώθηκε από την αρχαιότητα για το δρόμο - μονοπάτι που περιτριγύριζε το λόφο της Ακρόπολης. Είχε μήκος "πέντε σταδίων και οκτώ ποδών", δηλ. 900-930 μέτρων.

Ξεκινούσε μπροστά από τη διασταύρωση με την οδό των Παναθηναίων, περνούσε από τα αρχαία προσκυνήματα των κλιτύων του Ιερού Βράχου, έτεμνε το θέατρο του Διονύσου σε "θέατρο" και "επιθέατρο", περνούσε μπροστά από το Ασκληπιείο και κατέληγε στην ανηφορική πρόσβαση της Ακρόπολης.

Σήμερα φθάνουμε στην αρχή του Περιπάτου κατεβαίνοντας από την Ακρόπολη και στρίβοντας δεξιά προς τη βόρεια κλιτύ.


Βόρεια Κλιτύς Ακρόπολης - Περίπατος

 

Κλεψύδρα: Στη δυτική άκρη της Ακρόπολης βρίσκεται η πηγή Κλεψύδρα μέσα σε σπηλιά. Η πηγή παλαιότερα ονομαζόταν Εμπεδώ. Άλλαξε όνομα, διότι τα νερά της άλλοτε ήταν φανερά και άλλοτε χάνονταν. Στις αρχές του 5ου αι. π.Χ., ο Κίμων διαμόρφωσε την πηγή σε κρήνη. Τον 10 αι. μ.Χ., έπεσαν βράχια μέσα στην κρήνη, οπότε χρειάστηκε μια ειδική διαμόρφωση για να μπορούν οι Αθηναίοι να βγάζουν νερό. Στα χριστιανικά χρόνια, η Κλεψύδρα καθαγιάζεται και επάνω στα χορταριασμένα ερείπια της χτίζεται η μικρή εκκλησία των Αγίων Αποστόλων "στα μάρμαρα".

Αργότερα, η πηγή θάφτηκε κάτω από τα βράχια και ξεχάστηκε. Το 1822, όταν η Αθήνα απελευθερώθηκε προσωρινά από τους Τούρκους, την ανακάλυψε -μέσα από τις γραπτές μαρτυρίες- ο αγωνιστής και πρώτος Έλληνας αρχαιολόγος Κυριάκος Πιττάκης και την έκανε γνωστή στους Έλληνες οπλαρχηγούς.

 

"Απόλλωνος Ιερόν εν Σπηλαίω": Κοντά στην Κλεψύδρα βρίσκεται η σπηλιά-Ιερό του Απόλλωνος. Οι εννέα άρχοντες της Αθήνας, μετά την εκλογή τους, αφού πρώτα ορκίζονταν στο βωμό του Πατρώου Απόλλωνος στην Αγορά έρχονταν εδώ για να δώσουν ένα δεύτερο όρκο. Ορκίζονταν -μεταξύ άλλων- πως αν δεν κυβερνoύσαν σωστά την πόλη τους ή γίνονταν καταχραστές του δημοσίου χρήματος, θα έστηναν στο ιερό σπήλαιο χρυσό άγαλμα του Απόλλωνος Πυθίου-Πατρώου. Όταν τελείωναν τη θητεία τους, προσέφεραν μια μαρμάρινη πλάκα με γλυπτά στεφάνια δάφνης και μυρτιάς σε ανάμνηση της επιτυχημένης θητείας τους στα κοινά. Τέτοιες πλάκες βρέθηκαν άφθονες μέσα στη σπηλιά και στη γύρω περιοχή.

 

Σπήλαιο Αστραπαίου Διός: Δίπλα στη σπηλιά του Απόλλωνος, ανοίγεται μια δεύτερη, επίσης επιβλητική σπηλιά αφιερωμένη στον Δία. Ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων λατρεύεται ως "Ολύμπιος", "Αστραπαίος" και "Κεραύνιος". Από φιλολογικές μαρτυρίες, γνωρίζουμε πως στη σπηλιά του Διός Αστραπαίου συγκεντρώνονταν οι "Πυθαϊστές" κάθε Άνοιξη και περίμεναν την αστραπή, σημάδι του Διός, από την κορυφή "Άρμα" της Πάρνηθας για να ξεκινήσουν την πορεία τους προς τους Δελφούς. Οι "Πυθαϊστές", ήταν οι επίλεκτοι Αθηναίοι πολίτες που αντιπροσώπευαν την πόλη στις Δελφικές εορτές των Πυθίων. Από εκείνα τα χρόνια έχει επιβιώσει η παροιμιώδης ρήση "... οπόταν δι' Άρματος αστράψει...". Οι Πυθαϊστές επιστρέφοντας από το Δελφικό ιερό έφερναν καινούργια αμόλυντη φωτιά, "νέον φως", για να καθάρουν τα ιερά της Αθήνας.

 

Σπήλαιο Πανός: Δίπλα και ανατολικότερα από τη σπηλιά του Διός Αστραπαίου, συναντούμε μιαν άλλη μικρή σπηλιά, αφιερωμένη στον θεό των δασών και των βοσκών, τον Πάνα. Η λατρεία του Πανός ήρθε αργά στην Αθήνα, μετά δηλαδή τη νίκη στον Μαραθώνα το 490 π.Χ. Η παράδοση λέει, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ηροδότου, πως ο Παν εμφανίστηκε στο πεδίο της μάχης του Μαραθώνα, σκόρπισε πανικό στους Πέρσες και βοήθησε τους κατά πολύ λιγότερους Αθηναίους να τους κατατροπώσουν. Οι Αθηναίοι, ευγνωμονούντες, τίμησαν εδώ τον Πάνα και κάθε χρόνο οργάνωναν λαμπαδηφορία. Λάξεψαν πάνω στο βράχο μικρές κόγχες όπου ακουμπούσαν τα αφιερώματά τους, όπως ειδώλια, αυλούς, ακόμα και λιχουδιές. Η σπηλιά του Πανός μας είναι γνωστή από το έργο του Αριστοφάνους Λυσιστράτη. Ο Αριστοφάνης τοποθετεί εδώ την παρ' ολίγον ερωτική συνομιλία της Μυρρίνης και του Κινησία. Στα χριστιανικά χρόνια, το ιερό σπήλαιο του τραγοπόδαρου θεού γίνεται εκκλησάκι του Αγίου Αθανασίου.

 

Μυκηναϊκή Κρήνη - Σπηλιά της Έρσης: Ανατολικότερα σχηματίζεται ένα εντυπωσιακό σπήλαιο που έως πρόσφατα αποδίδαμε στην Άγλαυρο, κόρη του Κέκροπα. Από τις τελευταίες έρευνες και μελέτες εικάζεται πως πρόκειται για ιερό της Έρσης (ενώ η Άγλαυρος λατρευόταν στο μεγάλο σπήλαιο της ανατολικής κλιτύος). Το σπήλαιο είναι, στην πραγματικότητα, μια κρήνη που διαμορφώθηκε όταν οι Μυκηναίοι περιτείχιζαν την Ακρόπολη (β' μισό του 13ου αι. π.Χ.). Το άνοιγμά της βρισκόταν πάνω στην Ακρόπολη, κοντά στο Ερέχθειο. Η μυκηναϊκή κρήνη χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα, τριάντα χρόνια περίπου απ' ότι δείχνουν τα όστρακα των αγγείων που βρέθηκαν. Μάλλον κάποια κατολίσθηση των βράχων σκέπασε την πηγή, με αποτέλεσμα να ξεχαστεί το κάτω μέρος της, όχι όμως και το επάνω, που χρησιμοποιήθηκε ως μυστική έξοδος της Ακρόπολης.

 

Το πέρασμα αυτό συνδέεται με μια ηρωική σελίδα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, που γράφτηκε στα χρόνια της Ναζιστικής κατοχής. Τη βραδιά της 30ής Μαΐου 1941 δύο νέοι σπουδαστές, ο Μανώλης Γλέζος και ο Απόστολος Σάντας, πέρασαν από το άνοιγμα, ξεγελώντας τους φρουρούς. Πλησίασαν αθόρυβα τη χιτλερική σημαία και την κατέβασαν από τον ιστό της. Βγήκαν πάλι από την ίδια σπηλιά και μέσα στα θολά νερά της πηγής πέταξαν το μισητό σύμβολο του κατακτητή. Μετά την απελευθέρωση αναγνωρίστηκαν ως οι πρώτοι αντιστασιακοί της Ευρώπης.

 

"Ιερόν Αφροδίτης εν Κήποις": Εδώ η λατρεία της Αφροδίτης αντικατέστησε τη λατρεία της μυκηναϊκής θεάς με τα περιστέρια, που λατρευόταν ως θεά της γονιμότητας κοντά στις μυκηναϊκές εισόδους στην Ακρόπολη. Σ' αυτό εδώ το τέμενος της θεάς του έρωτα και της γονιμότητας έρχονταν μια καλοκαιρινή νύχτα οι αρρηφόρες με τα "άρρητά" τους. Στην τελετή των αρρηφόρων αναβίωνε ένα πανάρχαιο αγροτικό έθιμο που είχε ως σκοπό την ενίσχυση της ευφορίας της γης. Πάνω στο βράχο του τεμένους ξεχωρίζουμε τις λαξευμένες τετράπλευρες κόγχες όπου εναπόθεταν οι αρχαίοι λάτρεις τα αφιερώματά τους. Στον ίδιο χώρο βρέθηκαν πολλές αναθηματικές επιγραφές για την Αφροδίτη και τον Έρωτα.

Προχωρώντας στον Περίπατο, στη βορειοανατολική πλευρά της Ακρόπολης, μπορούμε να δούμε έξω από την περίφραξη τη συνοικία Αναφιώτικα. Μικρά ασπροσοβαντισμένα σπίτια με στενά δρομάκια θυμίζουν τα χωριά των νησιών των Κυκλάδων. Η γραφική αυτή συνοικία κτίσθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από μάστορες με προέλευση το νησί Ανάφη.


Ανατoλική Κλιτύς Ακρόπολης

 

Σπηλιά Αγραύλου: Μπροστά από την ανατολική σπηλιά βρέθηκε τυχαία, στο ίδιο σημείο που είχε στηθεί στην αρχαιότητα, μια επιγραφή. Πρόκειται για ένα ψήφισμα της Εκκλησίας του Δήμου του 247 π.Χ., επί Πολυεύκτου άρχοντα, όπου τιμάται η ιέρεια του ιερού της Αγραύλου, Τιμοκρίτη. Η επιγραφή τελειώνει με την απόφαση να γραφεί σε λίθινη στήλη και να στηθεί μπροστά στο ιερό της Αγραύλου. Με το πολύτιμο αυτό εύρημα είμαστε σίγουροι πως η σπηλιά αυτή είναι της Αγραύλου.

Η Άγραυλος, κόρη του Κέκροπος, ήταν η πιο αγαπημένη βασιλοπούλα των Αθηναίων που εξελίχθηκε σε σημαντική θεότητα. Μπροστά στο επιβλητικό ιερό της ορκίζονταν κι έπαιρναν τα όπλα (ασπίδα και δόρυ) οι δεκαοκτάχρονοι Αθηναίοι.

 

Μνημείο Λυσικράτη

 

Το μοναδικό χορηγικό μνημείο που διατηρείται ακέραιο έως τις μέρες μας και έχει καθιερωθεί ως έμβλημα της περιοχής της Πλάκας. Κτίζεται από τον χορηγό Λυσικράτη (334 π.Χ.) σε κορινθιάζοντα ρυθμό. Ο χάλκινος χορηγικός τρίποδας με λέβητα ήταν το έπαθλο που έπαιρνε ο χορηγός, νικητής των θεατρικών αγώνων, και έστηνε επιχρυσωμένο πάνω σε μνημείο, σε ανάμνηση της νίκης του. Από το 1669 ως την πολιορκία του Κιουταχή (1826-1827) στόλιζε τη Μονή των Γάλλων Καπουκίνων, αρχικά ως παρεκκλήσι και στη συνέχεια ως βιβλιοθήκη.

Το υλικό αντλήθηκε από την έκδοση "Περίπατοι Κληρονομιάς στην Αθήνα"

bottom of page