Συκοκαλλιέργεια
Τα συκοπερίβολα της Μερόπης, τα περισσότερα, βρίσκονταν πάνω από το χωριό (ανατολικά). Υπήρχαν όμως και μερικά κοντά στο χωριό και κάτω από αυτό. Πάντως, επειδή οι συκιές θέλουν στεγνό τόπο και χαλικουριά, τα καλά περιβόλια ήταν και είναι όλα πάνω από το χωριό.
Τα δέντρα, οι συκιές, ήταν και μικρές και μεγάλες, και νέες και γέρικες. Οι πιο γέρικες έφταναν και εκατό χρονών (τα πρώτα περιβόλια έγιναν από το 1830 έως το 1850). Κατέβαζαν αρκετό καρπό και ήταν θεόρατες. Η καλλιέργεια της συκιάς δεν είναι δύσκολη ούτε κουραστική. Το χειμώνα θέλουν συνήθως ένα- δυο οργώματα, λίγο καθάρισμα και μερικά στυλώματα με φούρκες. Τον Ιούνη, όταν βγαίνουν τα πρώτα σύκα, ρίχνουν τ’ αγριόσυκα για την απαραίτητη γονιμοποίηση, το εκφραστικότατο «βάτεμα». Στις αρχές Αυγούστου αρχίζει η ωρίμανση και η συγκομιδή που κρατάει 30- 40 μέρες. Πρωιμότερα έρχονται τα περιβόλια της Τσακώνας, ενώ τα κοντινά και κάτω από το χωριό έρχονται οψιμότερα.
Η συγκομιδή των σύκων συνίσταται στη συγκέντρωση και ξήρανση. Η συγκέντρωση γινόταν με τα «χαμωλόγια» και με τα «τινάγματα». Πρωί- πρωί ξεκινούσε ο νοικοκύρης με τη φαμίλια του και τις «ψυχοπαίδες»- τις βλαχοπούλες από τις Χειράδες και το Τουρκολέκα που «ρογιάζονταν» τότε- και πήγαινε να «τινάξει» τα σύκα. Τα άλλα μέλη της οικογένειας, ή τα κορίτσια, από πίσω τα μάζευαν μέσα σε ποδιές κάτω από κάθε συκιά. Τα σύκα συγκεντρώνονταν σε «κόφες» και «πούρια» και με τα ζώα μεταφέρονταν στις «βραγιές» ή στις «λιάστρες». Εκεί τα άπλωναν ένα- ένα πάνω στα καλαμωτά να ξεραθούν. Τα «χαμωλόγια» γίνονταν πιο συχνά, δηλαδή μάζευαν τα σύκα που έπεφταν μόνα τους κάτω, είτε γιατί είχε φυσήξει αέρας είτε γιατί ωρίμαζαν πάρα πολύ. Δεν τα άφηναν να μείνουν πολύ κάτω, γιατί και τα πουλιά και τα διάφορα έντομα και τα ερπετά ή και η βροχή τα κατέστρεφαν. Όταν ο καιρός ήταν για βροχή, όλοι πήγαιναν για τίναγμα γιατί το νερό και ο αέρας θα έριχναν κάτω τον καρπό και θα καταστρεφόταν.
Η δεύτερη φάση της συγκομιδής των σύκων, όπως είπαμε, ήταν η ξήρανση του καρπού στις βραγιές. Οι βραγιές ήταν πολύ κοντά και πάνω από το χωριό, γι αυτό όλοι εκεί είχαν ένα- δυο στρέμματα τόπο γι αυτή τη δουλειά. Εκεί ήταν απλωμένες οι καλαμωτές κι εκεί κάθε βράδυ μαζεύονταν η οικογένεια για να «γυρίσουν» τα σύκα να ξεραθούν από την άλλη πλευρά ή να διαλέξουν τα ξεραμένα. Έπειτα με τα σακιά ή με τα «πούρια» μεταφέρονταν στην αποθήκη του σπιτιού για να περιμένουν τον έμπορο-αγοραστή.
Η απογευματινή και βραδινή συγκέντρωση των συκοπαραγωγών στις βραγιές είχε κι αυτή τη γραφικότητά της. Όλη η οικογένεια, μικροί και μεγάλοι, ήταν εκεί. Ο κόπος για τη βραδινή αυτή δουλειά, όπως και της σταφίδας, συνοδεύονταν από συναισθήματα ευφορίας και κεφιού, γιατί ο έτοιμος καρπός μεταφραζόταν σε δραχμές, ικανοποίηση και ανταμοιβή της ολόχρονης δουλειάς.
Περιττό, βέβαια, να πούμε ότι σε όλες τις βραγιές κοιμόντουσαν κάθε βράδυ οι νοικοκυραίοι. Κι επειδή οι βραγιές ήταν κοντά στο χωριό, συνήθως έμεναν πιο πολλοί και μάλιστα μερικοί το είχαν και για «εξοχικό». Και πράγματι, όλοι είχαν στις βραγιές κι ένα σπιτάκι, το «συκόσπιτο», όπου έβαζαν τα ρούχα, τον ξερό καρπό και τα καλαμωτά το χειμώνα.
Όμως, όπως όλα τα αγροτικά προϊόντα, είχαν και τα σύκα τους μπελάδες τους. Ιδιαίτερα όταν ο καιρός δεν ήταν ευνοϊκός. Όταν ερχόταν απότομα βροχή, έτρεχαν όλοι σαν τρελοί στις βραγιές για να σηκώσουν τα καλαμωτά, να τα κάνουν "στοίβες" και να τα σκεπάσουν με λαμαρίνες και με μουσαμάδες κλπ. Και ταυτόχρονα να τρέξουν στα περιβόλια να τινάξουν ή να "χαμωλογήσουν", όσα θα πρόφταιναν για να μην τα σαπίσει η βροχή.
Παρ' όλα αυτά, όπως και η σταφίδα, τα σύκα αποτελούσαν για τη Μερόπη, όπως και για όλη τη Μεσσηνία, το δεύτερο σπουδαιότερο προϊόν του τόπου. Ήταν ολιγοέξοδο προϊόν, έδινε ζωή και κίνηση στον τόπο (εμπορευόμενους, καραγωγείς κλπ.) και βοήθησε στην ακμή και ευημερία της Μερόπης.
http://meropitopik.blogspot.com